Η κυβερνητική προσπάθεια να δικαιολογηθούν να αδικαιολόγητα, αναφορικά με το δώρο της κυβέρνησης στον Αρχιεπίσκοπο και τον “αποχαρακτηρισμό” του τεμαχίου στη Γεροσκήπου, προκαλεί  το σύνολο του κυπριακού λαού, εξίσου με την ίδια την απόφαση.

Αλήθεια, εφόσον η κυβέρνηση ισχυρίζεται πως σκοπός της ήταν μόνο η υλοποίηση της γνωμάτευσης της Νομικής Υπηρεσίας γιατί δεν προχώρησε στον επαναχαρακτηρισμό του τεμαχίου, με τη διαδικασία που η γνωμάτευση  προκρίνει; Υπενθυμίζουμε ότι η απόφαση για εξαίρεση από τον Πίνακα Αρχαίων Μνημείων Β ελήφθη στις 8 Ιουνίου 2017. Τόσους μήνες γιατί η κυβέρνηση δεν αποφάσισε την επανακήρυξη του χώρου σε Μνημείο Πίνακα Β ζητώντας την γραπτή συγκατάθεση του Αρχιεπισκόπου; Δεν αποτελεί ουσιαστική συγκατάθεση του Αρχιεπισκόπου το γεγονός ότι για τρία χρόνια διεξάγονταν ανασκαφές με τη δική του δημόσια σύμφωνη γνώμη;

Επιπλέον, πως τεκμαίρονται οι δημόσιες αναφορές πως ο “αποχαρακτηρισμός” δεν επηρεάζει την προστασία των μνημείων; Αλήθεια, υπάρχει νουνεχής άνθρωπος που να αποδέχεται ως υπαρκτή την αναλογία, που τόσο αρέσει στους κυβερνητικούς κύκλους, του Μουσείου της Ακρόπολης με ένα ιδιωτικό ξενοδοχείο; Γιατί να κηρύσσονται αρχαία μνημεία, αφού μπορούν οι ίδιοι οι ιδιοκτήτες να προστατεύσουν τις αρχαιότητες; Η κυβέρνηση οφείλει, με την ίδια λογική, να αποχαρακτηρίσει όλα τα αρχαία μνημεία και να αναλάβουν την προστασία και προβολή τους οι ιδιοκτήτες των οικοπέδων.

Είναι άραγε οι λαλίστατοι υπερασπιστές της μεγαλειώδους επένδυσης του Αρχιεπισκόπου σε θέση να καταλάβουν τι συνεπάγεται η επικράτηση της αντίληψης πως τα αρχαία μνημεία μπορούν να γίνουν μέρος διαχείρισης και ανάδειξης από ιδιώτες;

Ως Κίνημα Οικολόγων – Συνεργασία Πολιτών καλούμε όσους πιάστηκαν επ’ αυτοφώρω να κάνουν δώρα στον Αρχιεπίσκοπο  να είναι αν μη τι άλλο αυτήν την ώρα ολιγόλογοι.

Τέλος, επαναλαμβάνουμε ότι το Υπουργικό Συμβούλιο οφείλει να επαναχαρακτηρίσει το χώρο στη Γεροσκήπου, σε Αρχαίο Μνημείο του Πίνακα Β.