Δεν είναι λίγες οι αναπτύξεις αλλά και οι λανθασμένοι σχεδιασμοί στον τόπο μας, που επηρεάζουν αρνητικά το περιβάλλον στο οποίο ζούμε.

Η Πολιτική Οικολογία τονίζει ότι δεν θεωρεί την οικονομική ανάπτυξη ως εχθρό της, διότι υπάρχουν εφικτές λύσεις για την επίτευξη της γενικής ευημερίας, αν ληφθούν υπόψη και οι προτάσεις που κατατίθενται στην βάση της αειφόρου ανάπτυξης.

Οι επιπτώσεις της κλιματικής αλλαγής, η αυξανόμενη ρύπανση των οικοσυστημάτων και η μόλυνση της ατμόσφαιρας, είναι ιδιαίτερα εμφανείς. Έτσι, η υιοθέτηση των προτάσεων της Οικολογίας, θα έπρεπε να θεωρείται μονόδρομος.

Η υπερεκμετάλλευση των φυσικών πόρων, ο λανθασμένος χωροταξικός σχεδιασμός και η «άναρχη ανάπτυξη»  από την πλευρά των μεγαλοεπιχειρηματιών, πέραν των αρνητικών και μη ανατρέψιμων αρνητικών επιπτώσεων στην ποιότητα ζωής των πολιτών, αναγκάζουν  την μεσαία τάξη να επωμίζεται το κόστος της υποβάθμισης του περιβάλλοντος και της ποιότητας ζωής.

Αυτή την εξέλιξη θα την χαρακτήριζα και ως έλλειψη της κοινωνικής δικαιοσύνης, είναι τουλάχιστον άνιση και δημιουργεί χάος μεταξύ των κοινωνικών τάξεων.

Ως Κύπρος, επιβάλλεται πρωτίστως να υιοθετήσουμε ένα πιο βιώσιμο μοντέλο ανάπτυξης. Ο στόχος μας, θα έπρεπε να ήταν η επίτευξη της αειφόρου ανάπτυξης, όμως οφείλουμε να το ομολογήσουμε, πως έχουμε να διανύσουμε μακρύ δρόμο ακόμα, προς αυτή την κατεύθυνση.

Συγκεκριμένες προτάσεις κατατίθενται από Πολιτική Οικολογία και περιβαλλοντικές οργανώσεις, όμως το υφιστάμενο καπιταλιστικό σύστημα , τις απορρίπτει επανειλημμένως.

Τέτοιες προτάσεις αφορούν τις ΑΠΕ, Χωροταξικό Σχεδιασμό, Κυκλική Οικονομία, Βιώσιμη Κινητικότητα, Μείωση και Διαχείριση Αποβλήτων, Ποιότητα Αέρα, Αγροτικά και Τουρισμό.

Επιπλέον, η ανάπτυξη συνεργασιών με τις γείτονες χώρες της Κύπρου που θα αφορούν περιβαλλοντικά θέματα, θεωρώ πως θα ήταν ακόμα μια πολύ σημαντική και εποικοδομητική κίνηση, με αποτέλεσμα τον βέλτιστο περιβαλλοντικό έλεγχο της ευρύτερης περιοχής. Η υιοθέτηση της Σύμβασης της Βαρκελώνης, θα ήταν ένα εξαιρετικό εργαλείο εφαρμογής προς αυτή την κατεύθυνση για συνεργασία και συνανάπτυξη, κόντρα στα ιδιωτικά συμφέροντα των ολίγων που επωφελούνται από την υφιστάμενη κατάσταση.

Η ακμή του καπιταλισμού, της μοντέρνας τεχνολογίας και της ανεξέλεγκτης εκμετάλλευσης φυσικών πόρων, είναι κάτι που θα έπρεπε να προβληματίζει την κυπριακή κοινωνία και όχι μόνον την Πολιτική Οικολογία, ώστε να ο προβληματισμός να γίνει δράση.

Πολυεθνικές εταιρείες, προσπαθούν να αποδείξουν ότι προωθούν την κοινωνική εταιρική ευθύνη και την ανάπτυξη μιας πιο φιλοπεριβαλλοντικής συμπεριφοράς  με σκοπό να αποκρύπτουν από την κοινωνία, τα περιβαλλοντικά και κοινωνικά εγκλήματα που διαπράττουν.

Η οικονομική και οικολογική κρίση δεν μπορεί να μας αφήνει αδιάφορους σε ένα βαθιά καπιταλιστικό σύστημα που έχει εδραιωθεί σε παγκόσμια κλίμακα εδώ και δεκαετίες. Έτσι, θεωρείται ως επιτακτική ανάγκη να πατήσουμε όλοι μαζί, το φρένο στον καπιταλισμό.

Η Πολιτική Οικολογία που θεωρείται σε παγκόσμια κλίμακα ως ο βασικός εχθρός του καπιταλισμού και υπέρμαχος της προστασίας του περιβάλλοντος, θα πρέπει σε κάθε περίπτωση να στηρίζεται και από ανένταχτες κοινωνικές ομάδες και περιβαλλοντικές οργανώσεις, ώστε μέσα από την ενδυνάμωση της Οικολογίας και του Σοσιαλισμού, να χτίσει ένα δυνατό μέτωπο ενάντια στο αχόρταγο καπιταλιστικό κτήνος.

Τόσο ο Commoner όσο και ο Bookchin, επισήμαναν ότι «ο καπιταλισμός είναι καταστροφικός όχι μόνο για μας, αλλά για ολόκληρο τον ιστό της ζωής του πλανήτη». Οι δύο επιστήμονες ακόμα και 40 χρόνια πριν, περιέγραφαν τον καπιταλισμό ως «λεηλασία της γης, στην αναζήτηση κέρδους». Αυτό επιβεβαιώνεται στις μέρες μας.

Έτσι στο ερώτημα για το αν είναι ο καπιταλισμός, ο μεγαλύτερος εχθρός της Οικολογίας, μας απαντά ο Joel Kovel το 2002, στο βιβλίο του «The Enemy ofNature» , πως ο εχθρός, είναι φυσικά ο παγκόσμιος καπιταλισμός.