Ως Κίνημα Οικολόγων – Συνεργασία Πολιτών, χαιρετίζουμε τη δήλωση της Επιτρόπου Προστασίας των Δικαιωμάτων του Παιδιού κ. Δέσπως Μιχαηλίδου-Λιβανίου, η οποία ανέφερε πως ο Κυβερνητικός Εκπρόσωπος στη δήλωση του περί «παιδιών με μεταναστευτική βιογραφία» το μόνο που έκανε ήταν να εντείνει «την ανησυχία της κοινωνίας, το αίσθημα ανασφάλειας, ξενοφοβίας και μισαλλοδοξίας».
Σε δηλώσεις της η βουλεύτρια του Κινήματος Οικολόγων – Συνεργασία Πολιτών κ. Αλεξάνδρα Ατταλίδου αναφέρει πως «Η Κυβέρνηση προφανώς δεν αντιλαμβάνεται πως τα παιδιά είναι παιδιά, ανεξαρτήτως φυλής, θρησκείας ή κοινωνικής θέσης. Δυστυχώς εκείνο που προέχει για την κυβέρνηση είναι το χρήμα για αυτό και δεν έχει κανένα πρόβλημα με εγκληματίες εκατομυριούχους αντίθετα τους δίνει διαβατήρια και τους ξεπλένει χωρίς ντροπή διασύροντας την Κύπρο.
H κυβέρνηση με έκνομες ενέργειες δημιουργεί επιπλέον προβλήματα στην Κύπρο. Αντί να εργαστεί για την εύρυθμη λειτουργία της υπηρεσίας ασύλου και της εξέτασης των εκκρεμοτήτων για να διαχειριστεί σωστά το ζήτημα προβαίνει σε εργαλειοποίηση των προσφύγων και άτυπων μεταναστών για πολιτικό όφελος ψαρεύοντας ψήφους στην Ακροδεξιά. Μοιάζουν με παιδί που παίζει με τα σπίρτα αλλά το τραγικό είναι ότι γνωρίζουν πολύ καλά τι κάνουν και που οδηγούν την κοινωνία. Την αποπροσανοτολίζουν μόνο και μόνο για να ξεχαστούν τα σκάνδαλα της διαπλοκής και της διαφθοράς.
Τώρα βλέπουμε μια απέλπιδα προσπάθεια όλα τα σκάνδαλα που έχουν έρθει στο φως της δημοσιότητας το τελευταίο διάστημα, να κουκουλωθούν σε μια απόπειρα της Κυβέρνησης να στρέψει το ενδιαφέρον των πολιτών και της επικαιρότητας σε άλλο ζήτημα. Πρέπει να γνωρίζουν όμως ότι τα ανθρώπινα δικαιώματα και οι βασικές ελευθερίες του ανθρώπου δεν είναι υπό διαπραγμάτευση ούτε υπό την αίρεση κανενός. Η κυβέρνηση οφείλει να δράση εντός των νόμων που η ίδια υπέγραψε.
Η διαχείριση του μεταναστευτικού με συρματοπλέγματα και κάγκελα επιφέρει επίσης μεγάλο πλήγμα στις προσπάθειές μας για επίλυση του Κυπριακού, αφού ενισχύει τον διαχωρισμό και δίνει την εντύπωση ότι η κυβέρνηση μας δεν ενδιαφέρεται για τις επιπτώσεις των αποφάσεων της στις σχέσεις των δύο κοινοτήτων».