9 του Νιόβρη, σαν χτες. Τριάντα χρόνια πριν, ακριβώς! Η πτώση, κυριολεκτικά, του Τείχους του Βερολίνου σηματοδότησε σημαντικές αλλαγές στη Γερμανία, την Ευρώπη, τον κόσμο. Έδωσε ξανά δικαιώματα στους Γερμανούς πολίτες που τα στερήθηκαν για 28 χρόνια – από τις 12 Αυγούστου 1961 που υψώθηκε ανάμεσά τους. Στους 28άρηδες και κάτω έδωσε δικαιώματα που δεν είχαν γνωρίσει μα και την άλλη μισή χώρα τους που ούτε αυτή γνώρισαν οι περισσότεροι… Κι έτσι έμεινε μόνο η Λευκωσία να διατηρεί την ευρωπαϊκή μοναδικότητα της «μοιρασμένης» πόλης. Έτσι τη λένε οι αρμόδιοι σε συνέδρια και περιηγήσεις φιλοξενούμενων. Ακόμα κι έτσι είναι χρήσιμη η υπόμνηση. Μόνο που ο όρος δεν είναι ο σωστός – για ημικατεχόμενη πόλη και πατρίδα πρόκειται! Στην περίπτωσή μας δεν υψώθηκε, μια μέρα αιφνιδιαστικά ένα Τείχος, ούτε μπήκαν βαρέλια και σακκιά άμμου και χωρίστηκαν οι άνθρωποι που έτυχε να βρίσκονται στη μια και την άλλη πλευρά του. Στην Κύπρο η εισβολή ξεσπίτωσε ανθρώπους κι ύστερα ο εποικισμός οδήγησε σε αλλαγή του δημογραφικού χαρακτήρα του νησιού, συμπιέζοντας και τους Τουρκοκύπριους, τους κανονικούς κατοίκους και τους άλλους που εκβιαστικά από την ηγεσία τους και με Βρετανούς διακινητές (ταιριάζει ο όρος) μεταφέρθηκαν στα κατεχόμενα. Κι ύστερα παραμόρφωσαν και τα τοπωνύμια που, παρά τη διεθνώς αποδεκτή ως παρανομία, βρίσκουν χρήση από ντόπιους και ξένους… Κι αν κάποια ώρα μάς πουν πώς έπεσε το δικό μας Τείχος, θα το ζήσουμε πραγματικά ώστε να το πιστέψουμε και να το στηρίξουμε;

       Aυτά και άλλα ήρθαν στον νου επετειακά αλλά και στην προοπτική της συνάντησης Αναστασιάδη-Ακιντζί στο Βερολίνο σε δυο βδομάδες. Αναμένεται πως θα βρουν χρόνο να επισκεφτούν τον χώρο όπου για τρεις σχεδόν δεκαετίες έστεκε ένα απάνθρωπο (όπως κάθε άλλο) Τείχος. Δημοσιογράφοι ιθαγενείς και δικοί μας ανταποκριτές και διεθνή μέσα θα σπεύσουν να καταγράψουν τις δηλώσεις των πρωταγωνιστών της «τριμερούς» που θα φορέσουν τα γνωστά χαμόγελα κάνοντας τις (γνωστές κι αυτές) σταυρωτές χειραψίες. Κι αν πράγματι πάνε μέχρι εκεί, θα διακηρύξουν τη θέλησή τους να εργαστούν, παρά τις δυσκολίες, για να πέσει το Τείχος της Λευκωσίας. Κι αν αντικειμενικά δεν μπορούν να αρθούν όλες οι άλλες συνέπειες, θα ενωθεί άραγε ο τόπος, θα ενωθεί η κοινωνία, θα ενωθούν οι άνθρωποι, τουλάχιστον όσοι το θέλουν; 

      Aτυχώς, με ή χωρίς λύση (σαν αυτή που διαφαίνεται), το Τείχος θα παραμείνει! Θα διατηρηθεί και θα χωρίζει τους ανθρώπους με βάση όλα όσα έχουν βρεθεί στο τραπέζι και κινδυνεύουμε να μας μείνουν, θηλιά και συρματόπλεγμα στην ουσιαστική ενοποίηση της κοινωνίας. Για ποια επανένωση μιλάμε (που σαν όρος είναι κι αυτός ανεπαρκής) αν δεν προϋποθέτει την απελευθέρωση, με απλά και ειρηνικά λόγια την απαλλαγή από όσα και όσους έκτισαν το Τείχος; Είναι γεγονός πως το Τείχος δεν είναι πια όπως παλιά αδιαπέραστο, όπως ήταν εκείνο του Βερολίνου. Εκείνο όμως πέφτοντας, από τη δύναμη των ανθρώπων και την αποτυχία της παραμορφωμένης εφαρμογής μιας ιδεολογίας, έφερε την επανένωση παρά τις δυσκολίες στο κοινωνικό, οικονομικό και πολιτικό επίπεδο. Και το ομοσπονδιακό σύστημα της Γερμανίας δεν στηρίζεται σε οποιοδήποτε εναπομένον διακριτικό των ανθρώπων. Το Τείχος της Λευκωσίας που άνοιξε δειλά-δειλά και ελεγχόμενα από αυτούς που το δημιούργησαν που στόχευαν (και στοχεύουν) στην επιβεβαίωση και την αποδοχή του. Μπορεί το άνοιγμα (που δεν ήταν η λύση) να έδωσε τη δυνατότητα γνωριμίας, επικοινωνίας και συνεργασίας των πολιτών αλλά οι ίδιοι συνεχίζουν να ζουν εκεί που προέβλεπε ο διαχωρισμός τους. Κι όταν φτάσουμε στη «λύση» (αυτή που προδιαγράφεται), πάλι χωριστά θα ζούμε, χωριστά θα εκλέγουμε τους εκατέρωθεν «αρίστους» (ό,τι έχει ο καθένας!), χωριστά θα μιλούμε τη μια από τις δυο γλώσσες του κράτους, χωριστά θα αστυνομευόμαστε, χωριστά θα δικαιώσουμε τους εκατέρωθεν «χρήστες» κ.ο.κ.

      Αν όμως έτσι είναι που θα λύσουμε το κυπριακό πρόβλημα, τότε δεν θα (τους) χρειάζεται πια το Τείχος. Θα έχει κιόλας μείνει ουσιαστικά στη ζωή μας!