Επανέρχεται για ακόμη μια φορά με τραγικό τρόπο στο προσκήνιο το διαχρονικό πρόβλημα των αστέγων, με τον θάνατο του άνδρα ο οποίος φαίνεται να ήταν θύμα της στεγαστικής πολιτικής του κράτους και ο οποίος εντοπίστηκε εχθές το βράδυ νεκρός, σε εγκαταλελειμμένη οικία στη Λεμεσό.

Δυστυχώς οι άστεγοι στην Κύπρο, εν έτη 2019, ζουν στον δρόμο ή σε ακατάλληλα παραπήγματα ή ακόμη και σε εγκαταλελειμμένα κτήρια και δικαιολογημένα γεννιούνται ερωτήματα σε σχέση με τον ακριβή αριθμό των αστέγων ανά επαρχία, τους λόγους που οδήγησαν στην κατάσταση αυτή, ποια μέτρα λαμβάνονται – αν υπάρχουν – για την παροχή βοήθειας στα άτομα αυτά και ποιες οι πολιτικές που πρέπει να ληφθούν για την ουσιαστική στήριξη των ανθρώπων αυτών, ώστε να επανενταχθούν στον κοινωνικό ιστό;

Η στεγαστική πολιτική είναι ένα από τα μεγάλα θέματα που απασχολούν σήμερα το νησί μας και είναι άμεσα συνυφασμένο με το θέμα των αστέγων που όπως φαίνεται είναι πολύ περισσότεροι από όσο κάποιοι θέλουν να μας παρουσιάζουν, της πρώτης κατοικίας, του δικαιώματος απόκτησης στέγης και τα ψηλά – έως  και απαγορευτικά – ενοίκια. Πολλά από τα πιο πάνω ζητήματα έχουν να κάνουν με το άναρχο μοντέλο ανάπτυξης που ακολουθείται καθώς και το πολυδιαφημιζόμενο «success story» το οποίο διαφημίζει ο υπό παραίτηση Υπουργός Οικονομικών.

Ως Κίνημα Οικολόγων – Συνεργασία Πολιτών καλέσαμε την Κυβέρνηση από καιρό να καταρτίσει ένα ολοκληρωμένο σχέδιο για τη στεγαστική πολιτική και τους άστεγους,  προκειμένου να αντιμετωπιστεί η υπάρχουσα κατάσταση. Τα γεγονότα ωστόσο δείχνουν πως είμαστε αρκετά μακριά από την επίτευξη του εν λόγω στόχου, τουλάχιστον σε ικανοποιητικό βαθμό.

Θεωρούμε ότι ένας άνθρωπος όταν είναι άστεγος, με ό,τι αυτό συνεπάγεται, για να βρίσκεται στον δρόμο και χωρίς στέγη, θα υπάρχει κάποιος σοβαρός λόγος. Όταν μάλιστα καταγράφονται και θάνατοι τότε τα πράγματα γίνονται πιο σοβαρά. Ως εκ τούτου, η πολιτική του κράτους οφείλει άμεσα να εκσυγχρονιστεί και να καταρτιστεί συγκεκριμένο σχέδιο δράσης. Οι Υπηρεσίες Κοινωνικής Ευημερίας σήμερα, για να λειτουργήσουν προς μια κατεύθυνση, αναμένουν ενημέρωση από άλλες κρατικές υπηρεσίες όπως για παράδειγμα την Αστυνομία ή τα νοσοκομεία. Αυτό είναι απαράδεκτο και πρέπει να σταματήσει άμεσα. Πρέπει να υπάρξουν πιο δραστήριες και ευκίνητες υπηρεσίες κοινωνικής ευημερίας.