Δήλωση κ. Κυριάκου Τσιμίλλη, Αντιπροέδρου Α΄του Κινήματος Οικολόγων – Συνεργασία Πολιτών

Η όλη διαδικασία αποτελεί μια απλοϊκή προσπάθεια προσβολής της νοημοσύνης μας. Η συνολική διαδρομή των τελευταίων εβδομάδων είναι πραγματικά ενδιαφέρουσα.

Η χτεσινή εξέλιξη με την απαλλαγή του Τουρκοκύπριου δικηγόρου Κιουρσάτ όταν το δικαστήριο απάλλαξε τον κατηγορούμενο από οποιαδήποτε κατηγορία δεν μπορεί να μην περιγραφεί παρά σαν μια αδέξια πολιτική μανούβρα με την οποία δεν αθωώθηκε μόνο ένας εμπλεκόμενος σε πώληση κατεχόμενης ελληνοκυπριακής περιουσίας αλλά και μέσω αυτού αθωώθηκε ολόκληρο το σύστημα ξεπουλήματος των περιουσιών στα κατεχόμενα.

Η συγκεκριμένη δραστηριότητα (πώληση, ενοικίαση, υποθήκευση, διαφήμιση, σύναψη συναφούς συμφωνίας κ.α.) χαρακτηρίζεται ως κακούργημα στο πλαίσιο του Ποινικού Κώδικα, τουλάχιστον από το 2006, όταν η σχετική νομοθεσία τροποποιήθηκε με τον Ν.130(Ι)/2006 και ειδικότερα με το άρθρο  303Α.

Στο άκουσμα της είδησης για τη σύλληψη του Κιουρσάτ στην Ιταλία, υπήρξε μεγάλη αναστάτωση στην Τουρκοκυπριακή κοινότητα. Φαίνεται πως το μεγάλο φαγοπότι έχει πολλούς συνδαιτημόνες. Είναι χαρακτηριστικές οι αντιδράσεις σε μεγάλο μέρος και του πολιτικού χώρου από τις οποίες φαίνεται να επιβεβαιώνονται οι ενδείξεις για συνενοχή ανεξάρτητα από «ιδεολογικές» προσεγγίσεις. Πολλοί έσπευσαν να ζητήσουν ενίσχυση της λεγόμενης επιτροπής αποζημιώσεων από την Τουρκία ώστε να μπορεί ευκολότερα να αγοράζει με ευτελές ποσό (περί αυτού πρόκειται) τις περιουσίες όσων Ελληνοκυπρίων αναγκάζονται να απευθυνθούν σ΄αυτή. Στόχος είναι η «νομιμοποίηση» της αποξένωσης των νομίμων ιδιοκτητών από τις περιουσίες τους και η αξιοποίηση από επιτήδειους των υπερκερδών που προσφέρονται.

Η σύλληψη του αναφερόμενου Τουρκοκύπριου στην Ιταλία στις 30 Δεκεμβρίου 2023 ανέδειξε για μια ακόμα φορά την – για πολλά χρόνια – αναμφισβήτητη αλλά και ανεξήγητη αδράνεια, αμέλεια και απραξία της Κυπριακής Δημοκρατίας να χρησιμοποιήσει τις συγκεκριμένες πρόνοιες της Κυπριακής νομοθεσίας καθώς και διεθνών συμβάσεων. Το γεγονός μπορούσε να αποτελέσει μια καθυστερημένη – ίσως και την τελευταία – ευκαιρία για να μπει ένας φραγμός στο συντελούμενο κατοχικό έγκλημα, ανοίγοντας ένα δρόμο για να γίνει ότι δεν έγινε όλα τα προηγούμενα χρόνια.

Υπήρξε επίσημη παραδοχή πως η Κυπριακή Κυβέρνηση ουδέν έπραξε όλα αυτά τα χρόνια και ότι, εν πάση περιπτώσει, θα πρέπει τώρα να πράξει στο πλαίσιο της νομοθεσίας. Αυτό επιβεβαιώθηκε και κατά τη διάρκεια πρόσφατης συνάντησής μας με τον Πρόεδρο της Δημοκρατίας μετά από αίτημα που υποβάλαμε για σύγκληση του Εθνικού Συμβουλίου. Στη συνάντηση αυτή κάναμε συγκεκριμένες εισηγήσεις προς τον Πρόεδρο της Δημοκρατίας. Ανάμεσα σ΄αυτές: Επείγει η ενημέρωση από τις διπλωματικές αντιπροσωπείες της Κυπριακής Δημοκρατίας, ιδιαίτερα στις χώρες απο τις οποίες προέρχονται οι παράνομοι αγοραστές. Να αξιοποιηθούν υφιστάμενες και να προωθηθούν πρόσθετες διμερείς συμφωνίες όπου αυτό είναι δυνατόν. Να αξιοποιηθεί η εισήγηση Α.Συμεού για τη σύσταση επιτροπής για τα περιουσιακά στοιχεία. Να εφαρμοστεί επιτέλους η νομοθεσία!

Ίσως η μόνη μέχρι τώρα ενέργεια της Κυπριακής Δημοκρατίας είναι η πολύ σαφής ανακοίνωση στην ιστοσελίδα του Υπουργείου Εξωτερικών που ενημερώνει τους υποψήφιους αγοραστές κατεχόμενων περιουσιών για το γεγονός ότι, σύμφωνα με τη νομοθεσία, αυτό αποτελεί αδίκημα που επιφέρει ποινή φυλάκισης μέχρι εφτά χρόνια. Ακόμα και η απόπειρα διάπραξης αυτων των αδικημάτων, επισύρει ποινή φυλάκισης πέντε χρόνων.

Η αιτιολογία που προβλήθηκε από τη Νομική Υπηρεσία για την απουσία μαρτυρίας λόγω του θανάτου του μόνου μάρτυρα (αλήθεια, ήταν ο μόνος;), δημιουργεί την απορία γιατί ενώ προοριζόταν για μάρτυρας δεν είχε εξ αρχής δώσει κατάθεση.

Οι απλοί πολίτες διερωτώμαστε αν με τον τρόπο αυτό μπορεί να παραγράφονται τέτοια κακουργήματα. Ακούσαμε και την άποψη του Ελληνοκύπριου συνηγόρου του Κιουρσάτ (που υιοθετείται και από άλλους) πως το περιουσιακό θα πρέπει να αντιμετωπιστεί μέσα στο πλαίσιο της λύσης.

Η προσέγγιση αυτή ανεξήγητα παραγνωρίζει το γεγονός ότι μέχρι να φτάσουμε στη λύση, το περιουσιακό όχι μόνο θα έχει διαμορφωθεί τελεσίδικα επί του εδάφους αλλά και θα προδιαγράψει εν πολλοίς τη μορφή της λύσης.

Την ίδια ώρα εντυπωσιάζει η δήλωση του προέδρου των Τουρκοκυπρίων δικηγόρων περί ταλαιπωρίας του συναδέλφου του από τη σύλληψή του στην Ιταλία και μετά. Ο ίδιος προσπάθησε αναιδώς να καθησυχάσει τους νόμιμους ιδιοκτήτες πως δεν είναι επιζήμια γι΄αυτούς η συγκεκριμένη απόφαση γιατί μπορούν να απευθυνθούν στη λεγόμενη επιτροπή αποζημιώσεων εννοώντας πως εκεί μπορούν να «δικαιωθούν» ξεπουλώντας την περιουσία τους. Την ίδια ακριβώς μέρα υπήρξε καταγγελία στα κατεχόμενα για την πρόθεση ανέγερσης στην περιοχή του παράνομου αεροδρομίου της Τύμπου μιας πόλης για 30 χιλιάδες κατοίκους, προφανώς για νέους έποικους, κατά κύριο λόγο! Στο μεταξύ ξεκίνησαν και φωνές στα κατεχόμενα καταγγέλλοντας την Κυπριακή Δημοκρατία για παραβίαση ανθρωπίνων δικαιωμάτων. Τίποτε  δεν μας εντυπωσιάζει πια!

Την ίδια ώρα παρακολουθούμε την τσιμεντοποίηση του Τρικώμου, της Κερύνειας, της Ακανθούς, του Αγίου Αμβροσίου, της Αμμοχώστου, των Λιβερών και η παραπέρα απειλή για την Καρπασία.

Είναι επιτακτική ανάγκη η άμεση λήψη μέτρων, ειδικά τώρα με την αναμενόμενη δεύτερη επίσκεψη της Προσωπικής Απεσταλμένης του Γενικού Γραμματέα του ΟΗΕ. Να σταματήσει η παρασιώπιση του συνεχιζόμενου εγκλήματος. Υπάρχει φαίνεται εμπλοκή πολλών άλλων στις δυο πλευρές της κατοχικής γραμμής.

Εκτιμούμε ότι οι αρχικές αντιρρήσεις του τότε τελούντος υπό σύλληψη Κιουρσάτ όχι τόσο για τη σύλληψή του αλλά για την έκτιση ποινής στις Κεντρικές Φυλακές ξεπεράστηκαν με βάση υποσχέσεις που του δόθηκαν για «ευτυχή» κατάληξη της υπόθεσης. Κι αργότερα, με την επιστροφή στην Κύπρο, δεν κρατήθηκε αλλά αφέθηκε ελεύθερος με εγγύηση. Αυτό ποτέ δεν εξηγήθηκε! Ήταν και οι δυο πλευρές σίγουρες πως θα προσερχόταν πρόθυμα στο δικαστήριο. Ούτε εκείνος είχε λόγο να ανησυχεί, γνωρίζοντας πως στο τέλος θα πανηγύριζε τη «δικαίωσή» του.

Οι πολιτικές παράνομων εποικισμών θεωρούνται «εγκλήματα κατά της ανθρωπότητας» σύμφωνα με των Συμβάσεων της Γενεύης και το Καταστατικό της Ρώμης. Αυτές οι αποτρόπαιες πράξεις στοχεύουν όχι μόνο τη συγκεκριμένη κοινότητα που δέχεται άμεση επίθεση αλλά και τις αξίες της ίδιας της ανθρωπότητας. Όταν επιτρέπεται να συμβαίνουν τέτοια εγκλήματα σε έναν τόπο δημιουργείται ένα επικίνδυνο προηγούμενο για άλλους. Ο λαός της Κύπρου έχει βιώσει αυτές τις θηριωδίες από πρώτο χέρι, με αποτέλεσμα μια σημαντική μερίδα Κυπρίων να μετατραπούν σε πρόσφυγες.

Δήλωση κ. Οζ Καραχάν – Προέδρου της Ένωσης Κυπρίων

Illegal settlement policies are considered “crimes against humanity” under the Geneva Convention and the Rome Statute. These heinous acts target not only the specific community under direct attack but also the values of humanity itself. Allowing such crimes to occur in one place sets a dangerous precedent for others. The people of Cyprus have experienced these atrocities firsthand, resulting in a significant portion of Cypriots becoming refugees. Yesterday marked one of the darkest days in Cyprus since 1974, as it was the first time we witnessed a development that undermines the human rights of Cypriots.

The arrest of Akan Kürşat shook the Turkish Cypriot political elite across all “ideological” spectrums, who benefit from the status quo, fearing that the comfort zone established under occupation was beginning to collapse. However, with the attitude of the Cypriot State it appeared that it does not dispute this reality. It is crucial to highlight that during Akan Kürşat’s arrest, ordinary Turkish Cypriots suffering from the oppression due to the presence of illegal Turkish settlers in the occupied areas, found renewed hope in their state, the Republic of Cyprus. Ironically, it is the same government that claims to be bridging the gap between Turkish Cypriots and the Republic of Cyprus by offering them rights and opportunities, that is now causing them to lose hope with its tolerance of the political elite in the occupied territories.

In summary, yesterday’s decision urges the Greek Cypriot refugees to give up hope for their properties and all Cypriots to forget about reclaiming their land from the encroachers. The withdrawal of the Kursat case is essentially an attempt to cover up the war crimes and crimes against humanity that occurred in Cyprus, further contributing to irreversible consequences.

Yesterday marked a significant moment underscoring the need for unity among the patriotic citizens of Cyprus, political parties, civil society organizations, and, most importantly, refugee associations. The bar association must assume its responsibilities because it has become clear that the policies of illegal settlements are also facilitated by Greek Cypriot lawyers. Yesterday proved that only the will of the people could dismantle these crime rings, which are protected or tolerated by the political elites of the island, on both sides of the occupation barbed wire.