Καλούμαστε σήμερα διά της ψήφου μας να υπογράψουμε την ληξιαρχική πράξη θανάτου, του Συνεργατισμού. Τετέλεσται. Μία ιστορία πέραν των εκατό χρόνων προσφοράς στο κυπριακό λαό, την κοινωνία, την οικονομία, σήμερα τελειώνει άδοξα. Η κυβέρνηση που επανεκλέγηκε πρόσφατα διότι έπεισε τον κυπριακό λαό ότι έλυσε τα οικονομικά προβλήματα, έσωσε τις τράπεζες και έφερε ανάπτυξη στην οικονομία, φέρνει σήμερα ενώπιον μας μία απόφαση που σηματοδοτεί το κλείσιμο της μοναδικής κυπριακής τράπεζας και με τεράστιο δημοσιονομικό κόστος, φέρνει την στήριξη δια της παροχής κρατικών εγγυήσεων μίας άλλης ιδιωτικής τράπεζας και ταυτόχρονα την ανάγκη επιπλέον μέτρων διευκόλυνσης των τραπεζών στο όνομα της αδήριτης και επείγουσας ανάγκης για στήριξη τους, μέτρα όμως που στρέφονται βάρβαρα κατά των δανειοληπτών.
Η κυβέρνηση που εκλέγηκε τον περασμένο Φεβρουάριο με παντιέρα το success story, ομολογεί ότι ξεγέλασε τον κυπριακό λαό με προεκλογικές επικοινωνιακές απάτες και fake story. Ναι, το success story της κυβέρνησης Αναστασιάδη, αποδείχθηκε fake story. Ο κυπριακός λαός πρέπει να συνειδητοποιήσει ότι η σημερινή μέρα, επιβεβαιώνει ότι έχει εξαπατηθεί καθώς όλα τα προεκλογικά πυροτεχνήματα της κυβέρνησης σβήνουν, και μένουν το σκοτάδι των απειλών, των εκβιασμών και της αβεβαιότητας.
Μας καλούν λοιπόν σήμερα αφού έχει διαπιστωθεί η απάτη και η εξαπάτηση να τους δώσουμε ψήφο εμπιστοσύνης ή έστω για κάποιους, ψήφο ανοχής. Να αποδεχτούμε τις αίολες αιτιάσεις τους για τις δυσκολίες από τον Ενιαίο Εποπτικό Μηχανισμό και τις απαιτήσεις της Ευρωπαϊκής Ένωσης, να παραδεχτούμε ότι φταίνε για όλα οι δανειολήπτες που δεν πληρώνουν τις δόσεις τους, και να ψηφίσουμε βάζοντας το σταυρό μας ή νίπτοντας τα χέρια μας ως ένας σύγχρονος Πόντιος Πιλάτος.
Αυτή κι αν είναι ανεύθυνη στάση.
Μας ζητούν να ξεχάσουμε τις εκθέσεις του Γενικού Ελεγκτή που μιλούν για την κακοδιαχείριση και την κακοδιοίκηση από τους ημετέρους που εγκατέστησε η κυβέρνηση στο Συνεργατισμό. Διαπίστωση που επιβεβαιώνουν και οι αξιολογήσεις του Ενιαίου Εποπτικού Μηχανισμού, σημειώνοντας τη σημασία που έχει η κακοδιοίκηση στην ανάγκη για λήψη επιπλέον μέτρων, προβλέψεων και απαιτήσεων. Ζητούν από εμάς να παραβλέψουμε το μεγάλο δημοσιονομικό κόστος που προκαλεί η εν γένει κακοδιαχείριση του Συνεργατισμού από την κυβέρνηση και η κάκιστη συμφωνία με την Ελληνική, κόστος που συναγωνίζεται σε δισεκατομμύρια το κόστος του μνημονίου του 2013. Ένα δημοσιονομικό κόστος που σημειώνεται με ανησυχία ακόμα κι απ’ αυτούς των οποίων η κυβέρνηση ακολουθεί τις συμβουλές ή τις συστάσεις τους, δηλαδή τους διεθνείς οίκους αξιολόγησης και το Eurogroup.
Ζητούν να ξεχάσουμε ότι για να καταλήξουν σε αυτή τη συμφωνία που θέλουν να προσυπογράψουμε δια της ψήφου μας, έχουν παραβιάσει τους νόμους της Κυπριακής Δημοκρατίας, και παρέκαμψαν τον δια του Συντάγματος νομικό σύμβουλο της Κυβέρνησης δηλαδή τον Γενικό Εισαγγελέα. Χωρίς την δια του νόμου προβλεπόμενη σύμφωνη γνώμη του και χωρίς τη συμβουλή του προσέλαβαν νομικό οίκο για να τους συμβουλεύσει και για να καταρτήσει μία συμφωνία που για 25 χρόνια δεσμεύει την Κυπριακή Δημοκρατία έναντι μιας ιδιωτικής τράπεζας, ενώ μειώνει την περίοδο αποπληρωμής των ομολόγων των 2,3 δισεκατομμυρίων δημιουργώντας επιπλέον δημοσιονομικό έλλειμα. Είμαστε στα χέρια ενός νομικού οίκου με ιστορικό αποτυχιών που στοίχισαν εκατομμύρια στην Κυπριακή Δημοκρατία, και επιπλέον, είναι ένας νομικός οίκος που αποκλείστηκε από το Γενικό Εισαγγελέα από κάθε συνεργασία με το κυπριακό δημόσιο γιατί υπερασπίστηκε (και ίσως ακόμα υπερασπίζεται) τα συμφέροντα τρίτων, που διεκδικούν δικαστικά από την Κυπριακή Δημοκρατία δισεκατομμύρια ευρώ. Αυτή τη συμφωνία που δεν διαβάσαμε, που δεν διάβασε και έλεγξε ο Γενικός Εισαγγελέας, τη συμφωνία που στηρίζεται στην τελευταία δεσμευτική προσφορά της Ελληνικής Τράπεζας και συνέγραψε νομικός οίκος εχθρικός προς την χώρα μας χωρίς την έγκριση του καθ’ ύλην αρμόδιου ανεξάρτητου αξιωματούχου της χώρας, καλούμαστε σήμερα να υπογράψουμε ουσιαστικά δια της ψήφου μας.
Ως καπάκι σ’ όλα τα πιο πάνω έρχεται και η προειδοποίηση από την Κυβέρνηση ότι χωρίς τα μέτρα-μαστίγιο για τους δανειολήπτες που περιλαμβάνονται στα προς ψήφιση νομοσχέδια που ακολουθούν, η συμφωνία αυτή θα καταστεί περισσότερο ζημιογόνος για τα δημόσια οικονομικά, με άλλα λόγια, όλες οι επικινδυνότητες και επισφαλίσεις της συμφωνίας θα καταστούν καθαρές ζημιές για τα δημόσια οικονομικά, συνεπώς για τους φορολογούμενους πολίτες στο σύνολό τους.
Και αντί αυτή η κυβέρνηση – που εξασφάλισε δια ψευδών παραστάσεων την εξουσία να προσέρχεται ως ικέτης ενώπιον της Βουλής και της αντιπολίτευσης και να ζητά έλεος, προσπαθεί να αντιστρέψει το πρόσημο και από κατηγορούμενη να μετατραπεί σε κατήγορος.
Προσπάθησε να πείσει ότι ήταν τόσα πολλά τα συνωστισμένα προβλήματα του Συνεργατισμού, που ήταν αδύνατο να αντιμετωπιστούν. Δεν μπόρεσε όμως να αποσείσει όλες τις δικές της ευθύνες.
Γιατί στη δημιουργία των συσσωρευμένων προβλημάτων του Συνεργατισμού φέρει ως κόμμα εξουσίας τεράστια ευθύνη. Δεν μπορεί να κατηγορεί άλλους για τα «κόκκινα συνεργατικά», όταν υπάρχουν και τα «γαλάζια συνεργατικά» με τις ίδιες ακριβώς επιδόσεις και προβλήματα.
Δεν μπορούσε να δικαιολογήσει επίσης τα 5 χρόνια ανικανότητας της διοίκησης του Συνεργατισμού που η ίδια επέλεξε. Και δεν είναι το ποσό της κατάχρησης που σημειώνεται στις εκθέσεις του Γενικού Ελεγκτή το ζήτημα, αλλά το γεγονός ότι οι διοικούντες τον Συνεργατισμό, αντί να ενδιαφέρονταν πως θα τον σώσουν, πώς να μειωθούν τα ΜΕΔ, να κάνουν βιώσιμες αναδιαρθρώσεις κ.ο.κ, κοίταζαν πως θα κάνουν την μπάζα τους.
Θέλω να επιστήσω την προσοχή σας σε ακόμα ένα σημείο:
Τις τελευταίες μέρες, πολλοί οικονομολόγοι, αρθρογραφούν και επιμένουν ότι ακόμα και στα χάλια που τον έφεραν οι διοικούντες, ακόμα και με τις επιπλέον προβλέψεις της εποπτείας (που ήταν αποτέλεσμα της αποτυχίας διοικούντων και κυβέρνησης να αντιμετωπίσουν τα προβλήματα) υπήρχαν λύσεις με λιγότερο ρίσκο και λιγότερο δημοσιονομικό κόστος.
Μια τέτοια λύση ήταν η δημιουργία του φορέα διαχείρισης των μη εξυπηρετούμενων δανείων. Για αυτή την πρόταση, που με 2,3 δις ευρώ θα μπορούσε η Κυβέρνηση να αναλάβει τη διαχείριση όλων των μη εξυπηρετούμενων δανείων, που αφορούν τη μικρή πρώτη κατοικία και την επαγγελματική στέγη μικρών επιχειρήσεων, ο Πρόεδρος Αναστασιάδης είπε ότι δεν υπάρχουν τα λεφτά και ότι δεν είναι αρκετά «τα λεφτά της μαμάς». Ο Πρόεδρος που «εξοικονόμησε» 3 δις, που θα έδιναν τη λύση για τα μη εξυπηρετούμενα δάνεια του τραπεζικού τομέα και του Συνεργατισμού, έδωσε 7,2 δις σε εγγυήσεις και αγορά δανείων για να απορροφήσει η Ελληνική Τράπεζα τον Συνεργατισμό.
Κι όμως η κυβέρνηση επέλεξε μια αδιαφανή διαδικασία, η οποία φαίνεται ότι είχε από την αρχή ένα προδιαγεγραμμένο τέλος και κατάληξη.
Αφού απέκρυψαν τις ανησυχίες πίσω από τις λάμψεις των πυροτεχνημάτων για τάχα τεράστιο ενδιαφέρον για το Συνεργατισμό, για τις πολλές τάχα και ποικίλες προτάσεις που ήταν στη διάθεση τους και αφού καλλιεργήθηκαν προσδοκίες και ελπίδες, προχώρησαν σε ότι είχαν από την αρχή σχεδιάσει, δηλαδή σε μια ύποπτη συμφωνία με την Ελληνική Τράπεζα, προς εξυπηρέτηση φιλικών προς την κυβέρνηση και το κόμμα, συμφερόντων των μετόχων της και ιδιαιτέρως όπως λέγεται και φαίνεται, της εταιρείας Logicom. Όλα ήταν σχεδιασμένα και προμελετημένα από την κυβέρνηση. Ούτε οι δανειολήπτες ευθύνονται, ούτε ο Ευρωπαϊκός Εποπτικός Μηχανισμός – τουλάχιστο σε τέτοιο βαθμό- που να έχουν καθορίσει την εξέλιξη των γεγονότων. Όλοι έπαιξαν απλά το ρόλο τους, σε ένα σχέδιο της κυβέρνησης για εξαφάνιση του Συνεργατισμού και προσπορισμό κερδών σε φίλια συμφέροντα.
Για αυτό το λόγο η κυβέρνηση δεν προσέρχεται ως ικέτης ενώπιον της Βουλής και της αντιπολίτευσης, και με μεταμέλεια, να ζητήσει βοήθεια και στήριξη. Διότι δεν αισθάνεται ότι έχει αποτύχει, ούτε ότι έσφαλλε ή έπραξε τα φαύλα. Αντίθετα για να υποχρεώσει την αντιπολίτευση και να εκμαιεύσει την συνυπογραφή της, επιστράτευσε τα όπλα της διασποράς του πανικού και της ψυχολογίας του όχλου. Έντεχνα και πονηρά, φρόντισε να δημιουργήσει κλίμα πίεσης για αποδοχή των πεπραγμένων της, στέλνοντας με δηλώσεις του Υπουργού Οικονομικών και του εκπροσώπου της Κεντρικής Τράπεζας, τους τρομαγμένους και φοβισμένους ως αγέλη ζώων σε πανικό, καταθέτες στα ταμεία των υποκαταστημάτων του Συνεργατισμού. Βέβαια πίσω από κλειστές πόρτες ομολογούσαν ότι η διαρροή των καταθέσεων δεν βλάπτει, παρά μάλλον ωφελεί και διευκολύνει το deal, δεδομένου του περισσεύματος ρευστότητας που διαθέτει η Ελληνική Τράπεζα. Αρκεί αυτή η διαρροή να είναι ελεγχόμενη.
Και επέτυχαν να την ελέγξουν. Απόψε ολοκληρώνεται δια της θετικής ψήφου του κοινοβουλίου αυτό το σχέδιο. Όλα τελειώνουν. Τετέλεσται. Οι ζημιές ελεγχόμενες, η συμφωνία προχωρεί, ο Συνεργατισμός στο μπαούλο της ιστορίας, νέα κέρδη για τους φίλους της κυβέρνησης έρχονται (ποιος ξέρει, ίσως και κέρδη σε κάποιους από την κυβέρνηση σε προσωπικό επίπεδο).
Είναι γι’ αυτό που η αντιπολίτευση δεν πρέπει να δώσει σήμερα συγχωροχάρτι στην κυβέρνηση. Γιατί αυτό συνιστά η έγκριση της συμφωνίας για την εγγύηση της Ελληνικής Τράπεζας από την κυβέρνηση. Η θετική ψήφος συνιστά επιβράβευση των φαύλων, της αποτυχίας, της πιθανής διαφθοράς και διαπλοκής.
Απαραίτητος όρος που έπρεπε να τεθεί από την αντιπολίτευση είναι η παραίτηση αυτής της κυβέρνησης.
Λένε ότι μόνο ο Θεός δικαιούται να συγχωρεί, χωρίς να υπάρχει μετάνοια και τιμωρία. Και αυτό συμβαίνει σπάνια.
Στην πολιτική ζωή δεν πρέπει να συμβαίνει ποτέ. Αυτό πάει να γίνει απόψε. Αυτοί που έχουν συνομολογήσει μια κακή-κάκιστη συμφωνία, με μεγάλους κινδύνους, μεγάλο δημοσιονομικό κόστος, προφανώς παράνομα και ίσως εξυπηρετώντας κάποια συμφέροντα, θέλουν να πάρουν την έγκριση της Βουλής για να συνεχίσουν το καταστροφικό τους έργο.
Αυτοί που απέτυχαν να δικαιώσουν τους παθόντες της τραπεζικής απάτης, τους κατόχους αξιογράφων, τους κουρεμένους καταθέτες και μικρομετόχους, τους εγκλωβισμένους αγοραστές ακινήτων, τους εξαπατημένους με τις συμβάσεις σε ελβετικό φράγκο κοκ, αυτοί με τη ψήφο μας, θέλουν να συνεχίσουν με τη διαχείριση, με ένα νέο νομικό πλαίσιο για τις εκποιήσεις και την αφερεγγυότητα, να δημιουργήσουν ένα φορέα για τα μη εξυπηρετούμενα δάνεια του συνεργατισμού και ένα σχέδιο ΕΣΤΙΑ, που η πρώτη του εμφάνιση ήταν ένα θέαμα που μπορούσε να χαρακτηριστεί από αποκρουστικό ως αστείο.
Ποιος εμπιστεύεται άραγε την κυβέρνηση για όλα τα πιο πάνω; Εμείς πάντως δεν την εμπιστευόμαστε και δεν δίνουμε ψήφο εμπιστοσύνης στην κυβέρνηση.
Η πρώτη και αναγκαία προϋπόθεση για να αποφύγουμε τις άμεσες περιπέτειες από το ναυάγιο της συμφωνίας της κυβέρνησης με την Ελληνική Τράπεζα, θα έπρεπε να ήταν η παραίτηση της κυβέρνησης.
Για άλλη μία φορά όμως η αντιπολίτευση – που μέρος της έχει τις δικές της ευθύνες για όσα συνέβησαν για δεκαετίες στο Συνεργατισμό – μας απογοητεύει.
Επαναλαμβάνεται το λάθος της 5ης Σεπτεμβρίου 2013, όταν η πλειοψηφία της Βουλής (πλην του Κινήματος Οικολόγων και των Κουλία και Κουτσού) έδωσαν τα κλειδιά του Συνεργατισμού στην κυβέρνηση, δίνοντας πίστη στις κυβερνητικές υποσχέσεις υπό την πίεση των τότε ασφυκτικών χρονοδιαγραμμάτων και εκβιασμών. Ή όταν τον Νοέμβριο του 2016 η αντιπολίτευση παρασύρθηκε από τον κ. Αβέρωφ Νεοφύτου και ψήφισε νόμο που εξαιρούσε από τον έλεγχο του Γενικού Ελεγκτή τον Συνεργατισμό. Έχει ευθύνη η αντιπολίτευση γιατί δεν άκουσε τις εκκλήσεις μας για αυστηρό έλεγχο όταν τον Δεκέμβριο του 2015 ψηφίστηκαν τα 175 εκατομμύρια επιπλέον εγγυήσεις και όταν για τρία χρόνια ζητούσαμε επιτακτικά κοινοβουλευτικό έλεγχο (Γεγονός που επιβεβαιώνεται από τον κ. Διονυσίου, διευθυντή της μονάδας ελέγχου του Συνεργατισμού στο Υπουργείο Οικονομικών ότι είμαστε οι μόνοι που ζητούσαμε έλεγχο).
Και όταν μαζί με την κα Θεολόγου, το Κίνημα Οικολόγων-Συνεργασία Πολιτών ζήτησε τον Αύγουστο του 2017, κατεπείγον να ασκήσει η Βουλή τον αυστηρό κοινοβουλευτικό έλεγχο, η αντιπολίτευση μας είδε καχύποπτα και συναίνεσε (τον Οκτώβριο του 2017) στην απόφαση ο Γενικός Ελεγκτής να αποσιωπήσει τα πορίσματα του ελέγχου μέχρι τον Ιούνιο 2018, γιατί ήξεραν – όλοι ήξεραν – ότι μέχρι τον Ιούνιο ο Συνεργατισμός θα είχε κλείσει.
Η μόνη διέξοδος που θα διατηρούσε την αξιοπρέπεια μας σήμερα για την αντιπολίτευση ήταν να δώσουμε την έγκρισή μας ή την σιωπηρή ανοχή μας για αυτή τη συμφωνία, υπό τον όρο ότι η κυβέρνηση θα αναλάβει την ευθύνη της αποτυχίας της και θα παραιτηθεί.
Έχετε ακόμα λίγα λεπτά για να κάνετε το μόνο βιώσιμο και ελπιδοφόρο deal. Κι αυτό είναι το μοναδικό Σχέδιο Β’.