Η πολιτική στην Κύπρο τις τελευταίες δεκαετίες περιέλαβε στους κόλπους της σημαντικές εξωκοινοβουλευτικές, κοινωνικές και τεχνολογικές δραστηριότητες. Σ’ αυτό συνέβαλε το γεγονός ότι ασχολήθηκαν ενεργά με την πολιτική άνθρωποι από τον ευρύτερο επιστημονικό χώρο, τόσο των ανθρωπιστικών σπουδών όσο και των τεχνολογικών / πρακτικών τομέων.

Έτσι, λοιπόν, ξεφύγαμε από τα στενά όρια του τεχνοκρατικού και «νομικού» κοινοβουλευτισμού διευρύνοντας τους πολιτικούς και κοινωνικούς μας ορίζοντες.
Δυστυχώς, όμως, τόσο η πολιτική μας όσο και η κοινωνική μας πραγματικότητα στον τομέα της συμπεριφοράς μας απέναντι στους υπόλοιπους έμβιους οργανισμούς και κυρίως στα οικόσιτα ζώα εξακολουθεί να βρίσκεται πολύ πίσω από τις υπόλοιπες δυτικές χώρες. Η ανύπαρκτη – σ’ αυτόν τον τομέα – νομοθεσία μας δίνει το δικαίωμα σε άτομα ανίκανα να ενταχθούν σε ένα ευνομούμενο κράτος να δείχνουν το χείριστο και βίαιο πρόσωπο τους απέναντι σε πιο αδύνατους έμβιους οργανισμούς.
Ας είμαστε ρεαλιστές. Δεν μπορούμε να αλλάξουμε τόσο εύκολα τους γύρω μας. Η νομοθεσία δεν μπορεί καλά – καλά να προστατεύσει τους ανθρώπους πόσο μάλλον τα ζώα. Στο σημείο αυτό, λοιπόν, εντάσσεται η πολιτική δράση των επίσημων φορέων του κράτους που καλούνται να δώσουν λύσεις χθες και όχι σήμερα.
Οι πολλαπλές γεννήσεις των αδέσποτων ζώων (κυρίως γάτων) δημιουργούν σοβαρά ζητήματα στην ανθρώπινη καθημερινότητα. Οι αρμόδιοι φορείς και οι Δήμοι οφείλουν να δαπανήσουν ένα χρηματικό κονδύλι προκειμένου να εντάξουν στο πολιτικό και κοινωνικό τους πρόγραμμα τις επιχορηγούμενες στειρώσεις των κατοικίδιων και των αδέσποτων αστικών ζώων. Μέσα από ένα επιχορηγούμενο πρόγραμμα στειρώσεων- στο οποίο θα συμπεριληφθούν και οι ιδιοκτήτες ζώων που δεν έχουν την οικονομική ευχέρεια να στειρώσουν τα κατοικίδια τους- θα εμποδίσουμε την ταχεία και άτακτη αύξηση γάτων και σκύλων μέσα στις πόλεις μας.
Παράλληλα, σημαντικό πρόβλημα αποτελεί και η σίτιση των αδέσποτων ζώων. Πέραν της ευαισθησίας κάποιων φιλοζωικών οργανώσεων αλλά και ορισμένων συμπολιτών μας το κράτος απέχει από κάθε προσπάθεια σίτισης. Με ένα ελάχιστο, όμως, χρονιαίο χρηματικό ποσό τόσο οι Δήμοι όσο και το ίδιο το κράτος θα μπορούσε να καλυτερέψει τις συνθήκες διαβίωσης των αστικών κυνοειδών και αιλουροειδών.
Θα πρέπει, επίσης, να τιμωρούνται με αυστηρό τρόπο όσοι εγκαταλείπουν ζώα σε πάρκα και προαύλια εκκλησιών μεταθέτοντας έτσι το δικό τους πρόβλημα (π.χ. αύξηση των γάτων στο σπίτι τους) στην υπόλοιπη κοινωνία. Αν οι νόμοι εμποδίζουν την εγκατάλειψη των ζώων τότε θα μειωθούν και τα περιστατικά δηλητηριάσεως από τους ασυνείδητους συμπολίτες μας.
Ένα στειρωμένο και ταϊσμένο ζώο δεν αποτελεί πρόβλημα για κανέναν. Σκεφτείτε πόσες περιπτώσεις βίαιου θανάτου κάποιων ζώων θα είχαμε εμποδίσει αν το κράτος και οι Δήμοι φρόντιζαν τα αδέσποτα σε καθημερινή βάση.
Η αστυνομία, από την άλλη, οφείλει να επισκέπτεται τις περιοχές όπου γίνονται καταγγελίες για δηλητηριάσεις και οι δικαστικές αρχές να εξαντλούν όλη τους την αυστηρότητα απέναντι στους υπανθρώπους που δεν σέβονται τους νόμους της φύσης και τις υπόλοιπες μορφές ζωής. Διότι αυτός που βασανίζει ή σκοτώνει ένα ζώο είναι εν δυνάμει βασανιστής και δολοφόνος ενός συνανθρώπου μας. Άλλωστε πάγια θέση του Κινήματος Οικολόγων είναι η δημιουργία αστυνομίας των ζώων. Να υπενθυμίσω ότι στο πρόσφατο παρελθόν ψηφίστηκε από την Ολομέλεια της Βουλής των Αντιπροσώπων πρόταση νόμου των Οικολόγων, η οποία δυστυχώς δεν εφαρμόζεται.
Με μικρά βήματα μπορούμε να αλλάξουμε προς το καλύτερο τη διαβίωση των υπόλοιπων αστικών, ζωντανών οργανισμών. Μέσα στις πόλεις μπορούν πολύ καλά να συμβιώσουν όλα τα πλάσματα της φύσης αρμονικά μέσα σε ένα ευνομούμενο πλέγμα.