Ο Υπουργός Οικονομικών κ. Γεωργιάδης ισχυρίστηκε ότι οι δικαστικές αποφάσεις για τους μισθούς των δημοσίων υπάλληλων είναι ο μεγαλύτερος δυνητικός κίνδυνος για την κυπριακή οικονομία. Ζήτησε μάλιστα από τα κόμματα να επιδείξουν πολιτική υπευθυνότητα.
Η “πολιτική ηγεσία” συνεδρίασε δυο φορές υπό την προεδρία του ιδίου του Προέδρου της Δημοκρατίας κ. Αναστασιάδη για τον τρόπο που θα χειριστεί την πρόσφατη απόφαση του διοικητικού δικαστηρίου για τις αποκοπές των μισθών, συντάξεων και άλλων ωφελημάτων των δημοσίων υπαλλήλων. Αποφασίστηκε από τον Πρόεδρο της Δημοκρατίας και την κυβέρνηση ότι δεν θα εφαρμόσει την απόφαση του διοικητικού δικαστηρίου αλλά αντίθετα θα την εφεσιβάλει στο Ανώτατο Δικαστήριο. Μέχρι της απόφασης του Ανώτατου Δικαστηρίου, η κυβέρνηση αποφάσισε να μην προχωρήσει ούτε σε αλλαγή του Συντάγματος, ούτε σε νέες νομοθετικές ρυθμίσεις.
Ως Κίνημα Οικολόγων θεωρούμε ότι αν πρέπει να εξετάσουμε ξανά τα μέτρα του 2012-2013 οφείλουμε να είμαστε ειλικρινείς. Κάποιοι πλήρωσαν απο το υστέρημα τους, κάποιοι καταστράφηκαν και κάποιοι ευνοήθηκαν από τα λεγόμενα μέτρα αναζωογόνησης της οικονομίας (πολεοδομικές χαλαρώσεις, φορολογικές απαλλαγές κλπ). Κάποιοι έγιναν πλουσιότεροι και κάποιοι φτωχότεροι. Τον πλουτισμό των ολίγων δεν μπορεί να ελέγξει ένα αποχαυνωμένο τμήμα φορολογίας και μια πολιτική ηγεσία που κάνει πλάτες στους ολίγους. Αν θέλουμε να αναλάβουμε τις ευθύνες μας απέναντι στις απαιτήσεις των εργαζομένων στο δημόσιο, πρέπει να είμαστε έτοιμοι να βάλουμε σε τάξη την αισχροκέρδεια, την άκρατη κερδοσκοπία και την ευνοιοκρατία των ολίγων από τους κυβερνώντες (π.χ. η καταστροφή των μικρών επιχειρήσεων λιανικού εμπορίου από την ανεξέλεγκτη επέκταση των μεγάλων καταστημάτων και η εργασία την Κυριακή).
Είναι η ανισότητα και η ολιγοκρατία που απειλούν την κυπριακή οικονομία και όχι οι αποκοπές των μισθών των δημοσίων υπαλλήλων.
Δεν έχουμε πρόβλημα να στηρίξουμε και πάλι στις αποκοπές (όπως μόνοι μας στη Βουλή πέρσι υποστηρίξαμε ότι κακώς πρόωρα είχαν μερικώς αποσυρθεί μετά απο τη συμφωνία κυβέρνησης με συντεχνίες) αρκεί ταυτόχρονα να κληθούν να πληρώσουν το κόστος της κρίσης όσοι έχουν ευνοηθεί από τα κρατικά μέτρα στο όνομα της επαναδραστηριοποίησης της οικονομίας.